ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Α. ΚΑΡΑΘΕΟΔΩΡΗ ΙΑΤΡΟΣ
Ο Κωνσταντίνος Καραθεοδωρή (Βοσνοχώρι, 1802 – Κωνσταντινούπολη, 1879) ήταν γιός του Αντωνίου, πρεσβύτερου αδελφού του Στέφανου. Το 1821 ολοκληρώνει τις γυμνασιακές του σπουδές στο Βουκουρέστι, την «αρίστη ελληνική σχολή της Ανατολής», που λειτουργεί υπό την αιγίδα των Φαναριωτών και η οποία εμφυσεί στον νεαρό Κωνσταντίνο την αγάπη για τη γνώση.
Ακολουθώντας τα βήματα και με την καθοδήγηση του θείου του Στεφάνου, μεταβαίνει μεταξύ 1824-1830 στις φημισμένες ιατρικές σχολές της Πίζας, του Παρισιού και του Λονδίνου, όπου σπουδάζει γενική ιατρική, χειρουργική, μαιευτική και οφθαλμολογία. Εκεί θα συναναστραφεί με διανοούμενους της εποχής.
Μετά την επιστροφή του στην Κωνσταντινούπολη η σταδιοδρομία του απογειώνεται. Επιδίδεται σε πολλών ειδών δύσκολες και καινοτόμες χειρουργικές επεμβάσεις. Όπως και ο θείος του υπηρέτησε ως προσωπικός ιατρός του Σουλτάνου Μαχμούτ Β’ και κατόπιν του Σουλτάνου Αμπντούλ-Μετζίτ Α’. Συστήνει την Αυτοκρατορική Ιατρική εταιρεία και αναγορεύεται επίλεκτος γιατρός των ανακτόρων. Επίσης, συμβάλλει καταλυτικά στην αναμόρφωση της Αυτοκρατορικής Ιατρικής Σχολής, όπου παραδίδει μαθήματα πειραματικής φυσικής, ανατομίας και χειρουργικής έως το τέλος της ζωής του.
Ο Κωνσταντίνος διετέλεσε επίσης διευθυντής του νοσοκομείου λοιμωδών νόσων του Πύργου της Κόρης ή όπως είναι επίσης γνωστός του Πύργου του Λεάνδρου (Kiz kulesi).
Το 1836 η Οθωμανική Αυτοκρατορία επλήγη από επιδημία πανώλης. Χάριν στα μέτρα προφύλαξης που έλαβαν ο Στέφανος και ο ανιψιός του Κωνσταντίνος, η Κωνσταντινούπολη υπέφερε πολύ λιγότερο από την υπόλοιπη Αυτοκρατορία. Για να ανταμείψει τον Στέφανο και τον Κωνσταντίνο για την συμβολή τους στην αποτροπή της διάδοσης της νόσου, ο Σουλτάνος επέτρεψε την ανακατασκευή και την επαναλειτουργία της Εκκλησίας της Παναγίας Κουμαριώτισσας στο Νιχώρι (Yeniköy). Από το 1830 ως το 1879, ο Κωνσταντίνος διετέλεσε γενικός επιθεωρητής της Μεγάλης του Γένους Σχολής στην Κωνσταντινούπολη. Σαν μέλος του Διαρκούς Εθνικού Συμβουλίου του Πατριαρχείου, συνεργάσθηκε με τον θείο του για την σύνταξη των νέων Εθνικών Κανονισμών. Ο Κωνσταντίνος νυμφεύτηκε την Εριφύλη Αριστάρχη, θυγατέρα του Σταυράκη Αριστάρχη, του τελευταίου Ελληνικής καταγωγής Δραγουμάνου (Διερμηνέα) και απέκτησαν έναν γιο τον Στέφανο. Ο Στέφανος και η σύζυγος του Δέσποινα, το γένος Πετροκοκκίνου, απέκτησαν δυο παιδιά, τον Κωνσταντίνο Σ. Καραθεοδωρή, τον διακεκριμένο μαθηματικό, και την Ιουλία που παντρεύτηκε τον Γεώργιο Στρέιτ.
Μετά από τον θάνατο της Εριφύλης, ο Κωνσταντίνος νυμφεύτηκε σε δεύτερο γάμο την Ευφροσύνη Χαρίτονος και απέκτησαν τέσσερα τέκνα, μεταξύ των οποίων α) τον Τηλέμαχο Καραθεοδωρή, ο οποίος σπούδασε μηχανικός στο Πολυτεχνείο της Ζυρίχης. Ήταν διευθυντής του Ισθμού της Κορίνθου και στο σπίτι του στα Ίσθμια τον είχε επισκεφτεί ο ανιψιός του ο Κωνσταντίνος (Πάσχα 1903), όπου έγραψε και την πρώτη μαθηματική μελέτη του και β) τον Αλέξανδρο Κ Καραθεοδωρή, διπλωμάτη και ερασιτέχνης μουσικοσυνθέτη.